Το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι αρκετά διαφορετικό από άλλα ευρωπαϊκά, καθώς ναι μεν προσφέρει καθολική κάλυψη, αλλά στηρίζεται και στη φορολογία αλλά και στην ασφάλιση, και επιπλέον εμφανίζει και πάρα πολύ μεγάλη συμμετοχή της ιδιωτικής δαπάνης.
Στη χώρα μας το 90% των ιδιωτικών δαπανών για την υγεία προέρχεται απευθείας από τους "χρήστες" (τους πολίτες), και μόνο το 10% καλύπτεται από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες συμβαίνει το ανάποδο.
Και η προβληματική χρηματοδότηση είναι μόνο ένα από τα προβλήματα του ΕΣΥ. Εντελώς συνοπτικά και σχηματικά, από την έρευνα προκύπτουν και τα εξής πολύ βασικά και σημαντικά:
- η απουσία οργανωμένης πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας,
- η έλλειψη σύγχρονων μονάδων περίθαλψης (νοσηλεία στο σπίτι, μονάδες ημερήσιας νοσηλείας, κέντρα αποκατάστασης, μονάδες χρονίως πασχόντων),
- η πολύ περιορισμένη χρήση νέων τεχνολογιών,
- η σχεδόν πλήρης απουσία μηχανισμών αξιολόγησης, ελέγχου και ποιότητας,
- η εκτεταμένη παραοικονομία,
- η ηλικιακή γήρανση και εργασιακή κόπωση του εργατικού δυναμικού,
- τα προβλήματα οργάνωσης και διοίκησης, με αναχρονιστικές, έντονα συγκεντρωτικές δομές και
- η ανορθολογική κατανομή των νοσοκομειακών και πρωτοβάθμιων μονάδων ανά την επικράτεια.
Τα τελευταία χρόνια κάποια σημαντικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, τα οποία εκκρεμούσαν εδώ και δεκαετίες, επιτέλους έγιναν (επειδή ήταν μνημονιακές υποχρεώσεις, φυσικά) όπως η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ και η ένταξη των πρωτοβάθμιων μονάδων υγείας του ΙΚΑ στο ΕΣΥ. Ωστόσο πολλές μεγάλες και απαραίτητες τομές παραμένουν στο επίπεδο των ιδεών. Και το σύστημα δυσλειτουργεί, με σοβαρές συνέπειες στη δημόσια υγεία.
Οι Έλληνες πεθαίνουν κυρίως από τρία αίτια: καρδιαγγειακές παθήσεις (39%), καρκίνους (28%) και νοσήματα του αναπνευστικού (13%). Αυτά τα ποσοστά παραμένουν λίγο-πολύ σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα σχεδόν 1 στους 4 Έλληνες αντιμετωπίζει κάποια χρόνια πάθηση, 7 στους 10 είναι παχύσαρκοι ή υπέρβαροι, 4 στους 10 είναι "σωματικά αδρανείς" (δεν γυμνάζονται καθόλου), ενώ εμφανίζουμε πολύ υψηλά ποσοστά καπνιστών και πολύ χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη ενηλίκων σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Η χώρα μας δυστυχώς εμφανίζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά καταστροφικών δαπανών για την υγεία ανάμεσα τις χώρες του ΟΟΣΑ: φτάνει το 9,7% των νοικοκυριών.
Μαζί με όλα αυτά τα μεγάλα προβλήματα, ωστόσο, υπάρχει και άλλο ένα, εξαιρετικά σημαντικό και έντονο: οι αναποτελεσματικές και αναχρονιστικές δομές διοίκησης είναι πανταχού παρούσες στο ΕΣΥ. Η διοίκηση των νοσοκομείων βρίσκεται υπό τον πλήρη έλεγχο των κομμάτων εξουσίας. Διαχρονικά και σταδιακά, η τοποθέτηση κομματικών στελεχών συνοδεύτηκε από την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τις διοικήσεις των νοσοκομείων, με αποτέλεσμα η δυνατότητα λήψης αποφάσεων εντός ενός δημόσιου νοσοκομείου να είναι πολύ περιορισμένη. Αυτή η δομή δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί έτσι, αν λέμε ότι θέλουμε να αναμορφώσουμε το εθνικό σύστημα υγείας.